24.10.08

Ευχαρίστηση, απόλαυση και στη μέση θάλασσα

Τα καλοκαίρια που φεύγουν χωρίς άδεια είναι καλύτερα να εργαζόμαστε δίπλα στη θάλασσα, έστω και κάτω από εντατικές συνθήκες ωραρίου και σωματικής κίνησης. Διότι, όταν κι εμείς θα έχουμε φύγει για άλλες εμπειρίες, αυτό που θα έχει φυλαχτεί θα είναι η φυσική ευχαρίστηση, η θάλασσα στα δυο βήματα, το γαλαζοπράσινο νερό μετά τα ψηλά και λίγα σκαλοπάτια. Θα θυμόμαστε έστω ένα ώριμο ροδακινί ηλιοβασίλεμα τέλη Ιουλίου, έστω ένα αυγουστιάτικο ολόγιομο φεγγάρι δίπλα στο κύμα, ένα οπωσδήποτε κιτρινωπό φως Σεπτέμβρη και μια παραδοσιακή πίτα να μικραίνει όλο και περισσότερο κάτω απ’ τον ήλιο με δόντια. Προσπαθώντας να νιώσουμε σαν τότε, δεν θα θυμόμαστε ψίθυρους ούτε αντιπαραθέσεις. Μπορεί για την τέχνη να διαφωνούμε πολύ εύκολα, εφόσον στο όνομα της απόλαυσης εμπλέκεται ο λόγος, μπροστά στη φυσική ευχαρίστηση όμως, είναι πιο άμεσο το γεγονός της συμφωνίας. Διότι, στη μεν απόλαυση, έχουμε στην ουσία μεσιτεύσει την ευχαρίστησή μας, έχει οριστεί έναντι αμοιβής ένας άλλος – όχι απαραίτητα από εμάς αλλά από ξένο φορέα- να επιμεληθεί αυτό που θα κάναμε εμείς. Η προσωπική απόλαυση, κατά συνέπεια, εκφέρεται ως αποτέλεσμα θνησιγενούς ευχαρίστησης. Επιπλέον, θα σημείωνα πως η απόλαυση έχει άμεση σχέση με το λόγο καθώς λόγος είναι εν μέρει και η σχέση μας με τον τρίτο, τον διαμεσολαβητή, που μας προσφέρει το έτοιμο για μας αποτέλεσμα. Ακριβώς επειδή ο διαμεσολαβητής είναι άλλος, με υποκειμενική θέση, η σχέση μας μαζί του και συνάμα με το ίδιο το έργο, αναπτύσσεται στη βάση ενός αξιολογικού χαρακτήρα όπου εκκρεμεί η έγκριση, η συναίνεση.

Αντίθετα, στη δε ευχαρίστηση τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά, καθώς παραμένουν και σιωπηλά. Ως διαδικασία, η ευχαρίστηση έγκειται στο σώμα που ορίζουμε εμείς οι ίδιοι. Όταν χανόμαστε κολυμπώντας στα βαθιά, είμαστε σε έναν άλλο διάκοσμο και σε έναν σιωπηλό διάλογο με τον εαυτό μας, είμαστε ανεξάρτητοι από διαμεσολαβητές και η ρυθμική αλλαγή δραστηριοποιείται σε ένα σώμα άκαιρο και χωρίς επιχειρήματα. Δεν χρειάζεται να πω τίποτα, νιώθω και αυτό αρκεί. Πώς όμως μπορώ και νιώθω; Ξαναβρίσκω το χώρο μου, αλλάζει η κινησιολογία και δεν υπάρχει πλέον στάση σώματος παρά μόνον έκφραση. Λαμβάνοντας υπόψη τη μίξη πραγματικού και φαντασιακού, το σώμα όταν ευχαριστιέται στο νερό, επιστρέφει κατά έναν τρόπο στη θέση που βρισκόταν προτού γεννηθεί. Είναι σαν να το αγκαλιάζει ξανά το περιβάλλον και του δίνεται η δυνατότητα να γυρίσει ανάποδα, να βουτήξει ολόκληρο μέσα, να παίξει. Η επαφή με τη θάλασσα έχει έντονα τα στοιχεία φασματικής παιδικότητας και δεν είναι τυχαίο που δεν την αποχωρίζονται όσοι έχουν αφοσιωθεί σε καλλιτεχνικά επαγγέλματα, αρνούμενοι κατά κάποιον τρόπο να μεσιτεύσουν την ευχαρίστησή τους σε άλλους. Συνοψίζοντας, στο διάλειμμα από το χρόνο εργασίας, που βασίζεται στην απόλαυση, η θάλασσα προσφέρεται ως εμπειρία εξελισσόμενη σε χρόνο ευχαρίστησης. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να μένει φυσική εμπειρία και όχι αστικά διαμεσολαβημένη από το χρόνο της απόλαυσης, η θάλασσα είναι σημαντικό να παραμένει και στο επίπεδο παραλίας ανεξάρτητη από το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, ανεξάρτητη από τρέντυ ραδιοσταθμούς στη διαπασών και φυτευτές ομπρέλες με ξαπλώστρες στην άμμο, που αυτόματα προορίζουν τον κάτοικο της παραλίας να είναι

καταναλωτής. Η θάλασσα είναι εμπειρία από μόνη της αρκεί να μπορούμε να είμαστε αισθαντικοί και να διαχειριζόμαστε το θόρυβο της σιωπής ∙ κυρίως τον δικό μας, εσωτερικό, προσωπικό θόρυβο. Διαφορετικά θα φέρνουμε κάθε φορά ένα σπίτι στη θάλασσα, όπως θα φορτώνουμε το σπίτι στο αυτοκίνητο για διακοπές. Και θα περιμένουμε έναν Μπούλη – ανεξαρτήτως ηλικίας- να μπουκώσει, να σκάσει από το φαΐ, να σταματήσει να μιλάει, να αποκατασταθεί το τοπίο από τις τσιρίδες για να θυμηθούμε τέλος πάντων ότι εμείς, στη θάλασσα θέλαμε να πάμε…





No comments: