3.12.09

Συνέντευξη με τη Ναταλία Πούλου (μέρος α')

Με τη Ναταλία Πούλου, επίκουρη καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ)

Συναντηθήκαμε στην Αθήνα, στο δικηγορικό γραφείο του συζύγου της, επί της οδού Διδότου. Ένα συνοπτικό βιογραφικό της, στο διαδίκτυο, μου κέντρισε την περιέργεια. Την αναζήτησα για να μάθω από κοντά για το γνωστικό της αντικείμενο, σε συνδυασμό με την ιστορία του Βυζαντίου. Ήταν τόσο ενδιαφέροντα όσα μου έλεγε, με ενθουσιασμό, για τη μεγάλη της αγάπη, την κεραμική, ώστε ο καφές στις κούπες έμενε ανέγγιχτος, απλά διαμεσολαβώντας την παρουσία του στο χώρο και το χρόνο, ενώ έξω έβρεχε, οι δρόμοι γλιστρούσαν και το μαγνητοφωνάκι κατέγραφε.

‘‘Από το 1994 μέχρι το 1996 πραγματοποιήθηκε μια πολύ μεγάλη ανασκαφή σε ένα οικόπεδο, δίπλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ηρακλείου, όπου το ίδιο το μουσείο ήταν προγραμματισμένο να κάνει την επέκτασή του’’. Η Ναταλία Πούλου, επίκουρη καθηγήτρια Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ), συνεχίζοντας, λέει χαρακτηριστικά: ‘‘Η «κατάρα» κυνηγάει τους αρχαιολόγους’’. Οπότε, εκεί που οι ειδικοί έκαναν την επέκταση για το μουσείο, έσκαψαν και βρήκαν ένα πάρα πολύ σημαντικό οικοδόμημα με πάρα πολλές φάσεις, από τα ελληνιστικά, ρωμαϊκά χρόνια, με πολύ σημαντικά ψηφιδωτά των ρωμαϊκών χρόνων, και ένα κτίριο βυζαντινών χρόνων με στρώματα, που φτάνουν μέχρι το 19ο αιώνα.

Η αρχαιολόγος, που ήταν, εκείνη την περίοδο, διευθύντρια στο μουσείο, η κ. Καρέτσου, ανέθεσε, επί τη ευκαιρία των ευρημάτων, στη Ναταλία Πούλου να μελετήσει τη βυζαντινή, πρωτοβυζαντινή, μεσοβυζαντινή, -όλη τη βυζαντινή δηλαδή- και τη βενετσιάνικη κεραμική. Βέβαια, αυτό θέλει πάρα πολύ χρόνο και χρήμα, όπως και η ίδια η επιστήμονας επισημαίνει. Η κ. Καρέτσου, από τη μεριά της, είχε αρχίσει να μελετάει την ανασκαφή του οικοπέδου. Αλλά μέχρι να γίνει η τελική δημοσίευση, λόγω της πληθώρας των στοιχείων, αποφάσισαν να εκδώσουν έναν τόμο, ο οποίος θα αναφερόταν στο Ηράκλειο, όχι μόνο με την ευκαιρία αυτής της ανασκαφής αλλά και των υπολοίπων της κρητικής πόλης. Ο τόμος έχει τίτλο Ηράκλειο, Η άγνωστη Ιστορία της Αρχαίας Πόλης, και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νέα Κρήτη».

Η καθηγήτρια Ναταλία Πούλου συμπληρώνει σχετικά με το Ηράκλειο:

Ν.Π: Το Ηράκλειο, ξέρετε, είναι μια μεγάλη, σύγχρονη πόλη και αυτό, εμένα τουλάχιστον, με προκάλεσε να εξηγήσω, μέσα από την εισαγωγή, στους Ηρακλειώτες, στους Κρητικούς, γιατί πρέπει να αγαπούν τα αρχαία τους, γιατί δεν πρέπει να αγανακτούν με τις μεγάλες και τις μικρές ανασκαφές που δυσκολεύουν τη ζωή τους.

Και ποιες μεθόδους χρησιμοποιήσατε για να τους πείσετε;

Ν.Π: Τους παρακίνησα λίγο να δουν τα αρχαία σαν ψηφίδες του παρελθόντος τους. Και επίσης, να τα δουν σαν μια γέφυρα, η οποία ενώνει το παρόν με το παρελθόν. Από το παρελθόν, αυτό που μας έρχεται, είναι το αντικείμενο.

Άρα και το μέλλον.

Ν.Π: Ακριβώς. Το αντικείμενο, λοιπόν, το οποίο ανακαλύπτουμε στο παρόν, είναι ο μόνος τρόπος να πάμε στο παρελθόν αλλά και να προχωρήσουμε προς το μέλλον. Είναι το μόνο εργαλείο που έχουμε. Για να καταλάβουν, λοιπόν, ποιοι είναι οι σύγχρονοι κάτοικοι μιας πόλης, του Ηρακλείου ή μιας οποιασδήποτε ελληνικής ή και άλλης μεσογειακής πόλης, αλλά και πώς πρέπει να προχωρήσουν, πρέπει να καταλάβουν ποιοι ήταν: ποιοι ήταν οι πρόγονοί τους, οι οποίοι ζούσαν κάποιες εκατοντάδες ή χιλιάδες χρόνια πριν. Αυτές οι ανασκαφές αποτελούν ένα παλίμψηστο. Ξεκινούν από τα μινωικά χρόνια και φτάνουν μέχρι τα οθωμανικά, οπότε, πραγματικά είμαστε τυχεροί, σε κάποιες περιοχές, να έχουμε, μέσα από μιαν ανασκαφή, την ιστορία του τόπου. Επομένως, αυτό ήταν το στοίχημα: να τους προκαλέσω την περιέργεια, για να ανοίξουν να διαβάσουν και να ενδιαφερθούν. Πρέπει αυτά, τα οποία βρίσκονται, να τους ενδιαφέρουν, και πρέπει να είναι περήφανοι γι’ αυτά.

Πώς μπορεί ο σύγχρονος πολίτης να ενδιαφερθεί, σήμερα, για την ιστορία του Βυζαντίου;

Ν.Π: Κοιτάξτε, το Βυζάντιο είναι μια παρεξηγημένη περίπτωση. Στο σχολείο, και εγώ, φαντάζομαι και εσείς, και τα παιδιά, σήμερα, διδάσκονται πιο πολύ τις μάχες, τις διαδοχές αυτοκρατόρων, δολοφονίες ή δολοπλοκίες, οι οποίες γίνονταν. Το Βυζάντιο, όμως, δεν ήταν αυτό. Ήταν η μεγάλη, μεσαιωνική αυτοκρατορία, η οποία είχε θεσμούς, νόμους, και πολύ καλή διοίκηση. Και βέβαια, ένα κομμάτι αυτής της αυτοκρατορίας, που ήταν εκεί για 1100 χρόνια, κατοικούμε εμείς σήμερα. Άρα, και εμείς είμαστε οι άμεσοι αποδέκτες που θα έπρεπε να ενδιαφερόμαστε για το παρελθόν μας.

Οπότε, είναι και το εκπαιδευτικό σύστημα, που θα πρέπει να διαφοροποιηθεί, ώστε η ιστορία να αποκτήσει έναν ανθρωπολογικό χαρακτήρα.

Ν.Π: Κυρίως το εκπαιδευτικό σύστημα. Νομίζω ότι το εκπαιδευτικό σύστημα είναι εκείνο που έχει διαμορφώσει αυτήν την αδιαφορία στους σύγχρονους έλληνες. Δε θέλω να χαρακτηρίσω αυτή τη στάση ως απέχθεια, αλλά ως αδιαφορία για το Βυζάντιο. Τώρα, το γεγονός ότι, το 19ο αιώνα, με την σύσταση του νέου ελληνικού κράτους στραφήκαμε περισσότερο στην κλασική μας παράδοση, νομίζω ότι οφείλεται στην επίδραση που άσκησε ένα ιδιαίτερο κλίμα που είχε διαμορφωθεί στην Ευρώπη τον αιώνα αυτό.
Επιπλέον, αυτό το συγκεκριμένο σκεπτικό, ο θαυμασμός για την κλασική αρχαιότητα και η απόρριψη του βυζαντινού μεσαίωνα είχε αναπτυχθεί στη Δύση, ήδη, από το 18ο αιώνα. Δηλαδή, ευρωπαίοι – αρχικά γάλλοι- ιστορικοί στράφηκαν, συνειδητά, στην κλασική Ελλάδα, βλέποντας, βεβαίως, όλα εκείνα τα πολύ σημαντικά που η αρχαία, κλασική Ελλάδα είχε να επιδείξει στη λογοτεχνία, στο θέατρο, στη φιλοσοφία και στις τέχνες. Και στράφηκαν στην κλασική Ελλάδα, συνειδητά, υποτιμώντας και αγνοώντας την προσφορά του Βυζαντίου. Νομίζω ότι τότε διαμορφώθηκε, αν θέλετε, το πρώτο πλαίσιο, μέσα στο οποίο χαρακτηρίστηκε το Βυζάντιο ως μια μεσαιωνική, σκοτεινή και, ανάξια λόγου, περίοδος. Από αυτή τη αντίληψη πολεμούμε να βγούμε σήμερα. Στο πανεπιστήμιο, προσπαθούμε να δείξουμε ότι το Βυζάντιο είναι, ουσιαστικά, η συνέχεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η μεσαιωνική περίοδος της Ανατολικής Μεσογείου και του χώρου της Μικράς Ασίας, των νοτίων Βαλκανίων και της περιοχής, όπου εμείς κατοικούμε σήμερα. Και βέβαια, στην περίοδο μέχρι το 1453, η βυζαντινή αυτοκρατορία υπήρξε η πιο οργανωμένη από τα μεσαιωνικά κράτη της Ευρώπης.

(συνεχίζεται)
*όλη η συνέντευξη, την οποία πρόκειται να δημοσιεύσω σε συνέχειες λόγω της έκτασής της, βρίσκεται στο δεύτερο τεύχος της μηνιαίας εφημερίδας της ένωσης ελληνικών πόλεων με Μεσαιωνικά Κάστρα, Ο Καστρολόγος, Νοέμβριος 2009 Α.Φ. 2, σσ. 10-11

No comments: