7.12.11

Η «Φόνισσα» της οδού Κεφαλληνίας και η δύναμη της αισθαντικότητας

Μια σκιά, μήπως η σκηνοθετική απόπειρα για μεγάλα λογοτεχνικά έργα,-όπως είναι η «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη-, παραγνωρίζει επί σκηνής τη μέχρι πρότινος αυτοτέλεια του είδους, συνηθίζεται να ενεργοποιεί όσους θεατές κατ’ επιλογή προσηλώνονται στη δραματικότητα του θεατρικού κόσμου-θεσμού. Επωφελούνται σαν ενεργοποιηθούν από την αισθαντικότητα, του δραματικού κόσμου, αντί να αγιάζουν σπιτικές πεποιθήσεις με δισταγμό και επιστημοσύνη, ότι η γλώσσα του Παπαδιαμάντη δεν είναι για το θέατρο και φάε-φάε ανοιγοκλείνουν τα ντουλάπια: ασύμφορο, παχυντικό κι έχουμε κρίση. Αλλά βέβαια, είναι γνωστό πια το ζήτημα του χρονοντούλαπου, αρθρωμένο ως έθιμο αμφιβολίας, υπό τη μορφή ερωτήματος: λογοτεχνική παράδοση, ως έχει, ή λογοτεχνική θεατρική μεταφορά, βασισμένη στη δραματουργική επεξεργασία;


Η θεατρική ανάγνωση της «Φόνισσας», από όποια σκοπιά και αν επιχειρηθεί να αποκρυσταλλωθεί γραπτώς, παρόλο που έχει για πυξίδα την ομώνυμη παράσταση σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού στο θέατρο της οδού Κεφαλληνίας, δυστυχώς μας γυρίζει πίσω στις λέξεις, στο λογισμικό των κειμενικών προδιαγραφών. Ενδοκειμενικά, οπότε, το έργο που ο Παπαδιαμάντης έγραψε για κοινωνικό μυθιστόρημα, έτους 1903, εγείρει ερωτήματα πάθους και κατάρτισης για επιστήμονες όπως: ήταν σχιζοφρενική ή άτυπη η ψύχωση της Φραγκογιαννούς; Τα συγκλίνοντα δεδομένα για όλες τις γυναίκες της εποχής εκείνης, καταδικασμένες να τελούν υπηρεσίες κατ’ οίκον και να έρχονται σε δεύτερη μοίρα, σε σχέση με τους άντρες, θίγονται μέσα από την αντι-ηρωίδα Χαδούλα;


Ευτυχώς τέλος. Με το που δίνεται το σύνθημα, οι θεατές να περάσουν, τα ερωτήματα παραγνωρίζονται. Συνηθίζεται να θέτουμε ερωτήματα στους εαυτούς μας και τους άλλους σαν να συμπληρώναμε φόρμες εγωισμού για το ποιος θα επιχειρηματολογήσει διαρκέστερα και στο ύψος των υφολογικών συμβάσεων. Ευτυχώς που στην δραματουργικά επεξεργασμένη «Φόνισσα» των Στάθη Λιβαθινού και Στρατή Πασχάλη αντί για ερωτήματα έχουμε ανακτήματα. Επιστρέφουμε στη ρίζα του έργου, στην προφορική αίσθηση του Παπαδιαμάντη, προτού ακόμη την αποκρυσταλλώσει σε λέξεις. Ερχόμαστε στο δαιμόνιο μυαλό που δεν κοίταζε μικροσκοπικά, να ορίσει ένα δικαστήριο γύρω από τη Χαδούλα φόνισσα αλλά μέσα από τη διαστρωμάτωση των χαρακτήρων επεδίωκε να ρίξει φως στην ίδια τη θεματική δύναμη: στη Χαδούλα, εξιλαστήριο θύμα των ημερών της που φορτώθηκε το πρόβλημα της κοινότητας στους ώμους, ενώ η πίστη της κοινότητας ήταν πως καταγόταν από το ιερό, γι’ αυτό και έπρεπε η Χαδούλα να τιμωρηθεί. Συνηρημένη είναι η τιμωρία, ακόμη και στην προφορική μετάβαση από το απαλό όνομα «Χαδούλα» στο βάρβαρο «Φραγκο»-γιαννού. Ώστε, οι (ανα)γνώστες της θεατρικής περιπέτειας παρατηρούμε όλο το χρονικό της ανθρώπινης πορείας ενάντια στα δεδομένα. Η εναλλαγή του σχήματος ‘δράση-αφήγηση’ μετωπικά δημιουργεί μια εύπλαστη συμμετρία, εξαιρετικά αξιοποιημένη τόσο από το σκηνοθέτη όσο και τους ηθοποιούς. Ιδιαίτερο είναι και το έναυσμα της παράστασης, από τα πρώτα λεπτά, καθώς οι ηθοποιοί παρουσιάζονται όχι σαν ηθοποιοί αλλά ως διακριτοί και σε εγρήγορση για να κυοφορήσει μεταξύ μας μια ιστορία. Μια ιστορία που για να ενεργοποιεί, θα πρέπει και να μας αφορά. Το σκηνικό, όχι απλώς λιτό αλλά αισθαντικό, με παλιές φωτογραφίες προσώπων, ενίοτε οικογενειακών πορτρέτων, στις άκρες του αλλά και στο διάβα μας, σαν προσπελάσιμη λιθογραφία του εφιαλτικού ονειρώδους, θέτει τα όρια της ιστορίας. Μέσα στο λήθαργο της πραγματικότητας, ενώ ο έλεγχος χάνεται αυτοστιγμεί όπως η άμμος σκορπίζει, εντοπίζεται η ‘‘φόνισσα’’ σαν Μήδεια -του Heiner Mϋller- που «έχει σπάσει στα δυο την ανθρωπότητα και κατοικεί στο άδειο κέντρο» με ένα μειδίαμα στο πρόσωπο. Για την ένοχη ελεύθερη δεν διατίθεται παρά η προσωρινότητα. Άμμος και πτώση, θεμέλια και δραματική ένταση. Πράγματι, η ερμηνεία της Φόνισσας από την Μπέττυ Αρβανίτη προσδιορίζει την ταυτότητα μιας γυναίκας που εξιστόρησε τη μάχη για το ασύμβατο κοινωνικά. Ουσιαστική, αποκαλυπτική αλλά και πειθαρχική. Και οι ηθοποιοί -Τζίνη Παπαδοπούλου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Λίλη Μελεμέ, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Χάρης Χαραλάμπους- έχουν δέσει σε μια ομάδα πράξης και δεικτικότητας, κινούμενοι από τα όρια της δράσης στα όρια της αφήγησης. Ιδίως το τέλος της παράστασης δίνεται με μια χειρονομία δεκτικότητας απέναντι στο θάνατο, την ύστατη πράξη, ενώ μας υποβάλλει –στα όρια πάντα της θεατρικής συνθήκης- σε ένα καθεστώς ώριμης ενατένισης απέναντι στο ίδιο το αναπόφευκτο γεγονός: στο θάνατο και τη συνέχειά του. Στο σύνολό του, το περιβάλλον των αφηγητών-δραματικών προσώπων συντελεί ώστε να εγκαθιδρύεται ένα «περικείμενο» της ελληνικότητας. Διότι, είναι δεδομένο ότι καταγόμαστε από τις τραγωδίες, τις θυσίες και όλα αυτά τα χαρούμενα του μέλλοντός μας αλλά ας μην το κάνουμε θέμα: αυτό δεν είναι παρά ένα απόθεμα συμπερασματικής γνώσης όταν έχεις βγει από μια παράσταση, υποβλητική κατάσταση, χάρη στην οποία επιθυμείς τις λέξεις ξανά: επιθυμείς πάλι το κειμενικό λογισμικό, και την αποθυμιά του εγωισμού που γεννά ερωτήματα και στόχους, σαν να ήταν ο Ρενέ Ζιράρ το ονοματεπώνυμο με όλες τις απαντήσεις για τη βία και το ιερό.


Ναι, το θέατρο της οδού Κεφαλληνίας παρουσιάζει το αριστούργημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Φόνισσα» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού με την Μπέττυ Αρβανίτη. Και αξίζει.


Διασκευή – Δραματουργική επεξεργασία: Στρατής Πασχάλης, Στάθης Λιβαθινός
Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Σκηνικά – κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Κίνηση: Μαρία Αλαβάνου
Μουσική: Τηλέμαχος Μούσας
Παίζουν: Μπέττυ Αρβανίτη, Τζίνη Παπαδοπούλου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Λίλη Μελεμέ, Παναγιώτης Παναγόπουλος, Χάρης Χαραλάμπους


Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, Κεφαλληνίας 16
Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή 20.00, Πέμπτη – Σάββατο 21.00
Τηλ. 2108838727
16 € (φοιτητικό), 19€, 22€
Επίσης:
http://www.ebooks4greeks.gr/forum/viewtopic.php?p=315#p315
http://www.theartofcrime.gr/assets/fonissapapadiamanti.pdf

No comments: